Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2010

Το παραμύθι της κολοκυθόπιτας: Τι κάνει μια ταινία κακή;


Πόσες φορές άραγε να σας έχει τύχει η εξής σκηνή: Θέλετε απεγνωσμένα (εντάξει, όχι απεγνωσμένα αλλά καταλαβαίνετε τι θέλω να πω) να δείτε ένα έργο στο σινεμά. Η παρέα δεεεεεεεεεεεν και εσύ παλεύεις με τη σκέψη να πας σόλο αλλά φοβάσαι ότι θα παίζει στο κεφάλι σου συνέχεια ο Κώστας Χατζής. Μετά από πολλή σκέψη καταλήγεις να θερμοπαρακαλάς τους φίλους και θυμάσαι ανθρώπους που έχεις να μιλήσεις χρόνια ( «Ελα ρε φίλε! Εγώ είμαι ο διπλανός σου από το Δημοτικό! Χρόνια να σε ακούσω! Δεν μου λες, τι κάνεις απόψε;») μπας και καταφέρεις να ψήσεις κανένα. Μετά από πολλά παρακάλια (και υποσχέσεις ) η βραδιά έκλεισε! Πας στην ταινιούλα σου, το διασκεδάζεις (αγοράζεις και ένα ποπκορν στον δίπλα, έτσι από ενοχές) και την ώρα που πας έξω πέφτει η βόμβα. «Τι μαλακία είναι ρε αυτή που μας έφερες να δούμε; Παπαριά τρισμέγιστη! Πέταξα τα λεφτά μου». Εσύ τα παίρνεις κανονικά και (ας όψεται η οπλοαπαγόρευση) απαντάς με το καρακλισεδάτο και απειροειπωμένο «Περί ορέξεως, κολοκυθόπιττα».
Αυτή η μαλακία με τη κολοκυθόπιτα, από που βγαίνει;




Οι παράμετροι της έκφρασης είναι προφανείς. Δεν υπάρχουν κακές ταινίες, υπάρχουν γούστα. Μια ταινία που κάποιος δεν μπορεί να την δει ούτε μισή φορά, για άλλον είναι τρελλή διασκέδαση. Κάτι που θεωρείς ηλίθιο άλλος το βρίσκει πανέξυπνο και πνευματώδες. Ισχύει όμως αυτό σε όλες τις περιπτώσεις; Μπορούμε να πούμε δηλαδή ότι δεν υπάρχουν κακές ταινίες, μόνο διαφορετικά γούστα; Οχι βέβαια. Οι κακές ταινίες δεν είναι όπως το τέρας του Λοχ Νες, τον Μεγαλοπόδαρο ή την αξιοπρέπεια του Νίκου Καρβέλα. Υπάρχουν και είναι ανάμεσα μας,  γυρνάνε στα πίσω δρομάκια των σινεμά, φρικτά παραμορφωμένες, γρυλλίζοντας, πετώντας σκουπίδια στους περαστικούς και φωνάζοντας «Είμαι ταινία όχι ΤΕΡΑΣ!»
Τι κάνει μια ταινία κακή όμως; Να είναι οι κακοί ηθοποιοί; Α μπα. Δύσκολα θα πετύχεις ατάλαντους σε παραγωγή εκατομυρίων και ακόμα και τότε η ταινία μπορεί να έχει επιτυχία. Να είναι τα special FX ; Χμμ ίσως αλλά δεν χρησιμοποιούν όλες οι ταινίες τέτοια. Να είναι η ροή της ταινίας, ο ρυθμός; Πάμε στα πιο ψαγμένα τώρα αλλά οποιοσδήποτε έχει δει τα “Star Wars” μπορεί να συμφωνήσει μαζί μου ότι δεν χρειάζεται μια ταινία να έχει και μεγάλη συνοχή για να είναι καλή ή να αρέσει. Ας είναι καλά τα φωτόσπαθα και η φωνή του James Earl Jones. 

-Luke I am your father. Cause when your mom went black, she never went back!



Ας το πάρουμε το πράγμα στο λίγο πιο γενικό. Κακές ταινίες είναι αυτές που δεν έχουν μεγάλο προϋπολογισμό! Now we are cooking. Λιγότερα λεφτά,  φτωχότερα σκηνικά, χειρότερα FX και τριτοκλασάτοι ηθοποιοί. Καλή σκέψη αλλά δυστυχώς δεν ισχύει. Η ιστορία του σινεμά είναι γεμάτη από ταινίες που ξεπήδησαν από το πουθενά με μηδαμινό σχεδόν προϋπολογισμό και κατέληξαν να γίνουν πετυχημένες. Ή αντίθετα, ταινίες με τεράστιο προϋπολογισμό που εξελίχθηκαν σε πατάτες βλ. το τρισάθλιο “Waterworld”.

Δεν μπορώ να πετάξω 70 εκατομμύρια; Watch me!




 Για να επανέλθουμε στις low budget επιτυχίες, το “Paranormal Activity” έκανε τζίρο 200 εκ. ντάλαρς. Ο  προϋπολογισμός της ; Εντεκα ψωροχιλιάδες! Παρομοίως και το “Blair Witch Project”, του οποίου ο αρχικός προϋπολογισμός ήταν 20 χιλιάδες και κατέληξε να μαζέψει 250 εκατομμύρια. Θα μου πείτε « ε ναι ρε φίλε αλλά αυτά είναι ταινίες τρόμου και αυτές γυρίζονται πιο εύκολα». Θα έχετε λάθος ότι οι ταινίες τρόμου είναι πιο φτηνές, πρώτον, και δεύτερο δεν είναι μόνο αυτές. Enter  όχι ο Sandman αλλά ο “Mad Max”. Το αυστραλιανό μετά-αποκαλυπτικό έπος του Mel Gibson στοίχισε 400 χιλιάδες και κατέληξε (το Σωτήριο Ετος 1979, έτσι για να είμαι στο ίδιο μήκος κύματος με τον Mel) να μαζέψει 100 εκατομμύρια. Το “Mad Max” ήταν η ταινία με τη μεγαλύτερη είσπραξη σε σχέση με τον προϋπολογισμό, κατέχοντας το ρεκόρ Γκίνες για 20 χρόνια μέχρι που το “Blair” μας έκοψε τα ήπατα.

Ποτέ στην ιστορία του σίνεμα, τόσοι άνθρωποι, όφειλαν τόσα πολλά σε μια τόσο γλοιώδη μύξα



Να είναι αυτές οι ταινίες η proverbial εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα; Πάλι not true.  Υπάρχει λόγος που τα στούντιο του Χόλιγουντ ξερνούν τις ρομαντικές κωμωδίες με τις κάσες. Είναι ο πιο εύκολος τύπος ταινίας να γυριστεί, χρειάζεται λιγότερα έξοδα και συνήθως έχει εγγυημένες αποδόσεις. Αυτό συν το ότι ο Αστον Κούτσερ πούλησε τη ψυχή του στο Σατανά. Υποφέρουμε τώρα τις ταινίες του αλλά είναι μια παρήγορη σκέψη ότι οταν ο Αστον πεθάνει θα τσιμπουκώνει αιωνίως την αγκαθωτή μαλαπέρδα του Βελζεβούλ. 

Μόνο να ήξερες τι σε περιμένει στην άλλη ζωή.......



Ξεφεύγω όμως από το θέμα. Το οικονομικό δεν είναι παράγοντας που επηρεάζει απαραίτητα την επιτυχία της ταινίας. Τα λεφτά γίνονται θέμα αναλόγως του περιεχομένου της ταινίας. Π.χ. δεν μπορείς να  έχεις ταινίας επικής φαντασίας με χαμηλό προϋπολογισμό. Σκεφτήκατε ένα "Lord of the Rings" με ψευτό-εφέ;
Εάν όμως τα λεφτά δεν είναι αυτό που κάνει μια ταινία κακή, τότε τι είναι; 
Θα δώσω την δική μου (σωστή) άποψη χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα την πιο πρόσφατη κακή ταινία που είδα, το “Harry Brown” με τον Michael Caine.  Πριν προχωρήσω να προειδοποιήσω για spoiler alert. Εντάξει; Πάμε παρακάτω. Το “Harry Brown” που λέτε εμπίπτει στη κατηγορία revenge movie. Τουτέστιν, ο καλός δεν θέλει να γίνει βίαιος και θέλει να μείνει ήσυχος, οι κακοί του σκοτώνουν/βιάζουν/δέρνουν κάποιο συγγενή ή φίλο και ο καλός τα παίρνει κανονικά και αρχίζει το ξεπάστρεμμα. Απλή φόρμα, συνήθως πετυχαίνει. Σκεφτείτε κάτι σε "History of Violence" ένα πράμα. Ο Harry στη συγκεκριμένη ταινία είναι πρώην βρετανός στρατιωτικός, ο οποίος μένει μόνος μετά τον θάνατο της γυναίκας του, με μοναδική παρέα τον φίλο του Lennie. Για να μην τα πολυλογούμε, τα πρεζόνια και τα λοιπά παρασιτικά στοιχεία που μένουν στη γειτονιά των δύο γεράκων καθαρίζουν τον Lennie και ο Harry  αρχίζει αργά αλλά συστηματικά την εξάλειψη του είδους Prezakious-prezakious. Η ταινία δεν πήρε ιδιαίτερα καλές κριτικές και μάζεψε λίγο περισότερα από 2 εκατομμύρια. Γιατί απέτυχε; Κατ’ αρχάς δεν ήταν revenge movie. Παρά το ότι το twist είναι η ηλικία του «τιμωρού», ο Caine πάει από πλάνο σε πλάνο ασθμαίνοντας και έχεις την εντύπωση ότι ανα πάσα στιγμή θα καταρρεύσει (όπως και κάνει δυό φορες). Μόνο σε μια περίπτωση πετυχαίνει το «κοίτα-ρε-τον-ακακο-γεράκο-τι-μπορεί-να-μας-κάνει;». Στο υπόλοιπο έργο ο Caine είναι τόσο απειλητικός και επικίνδυνος όσο ένα αρκουδάκι της αγάπης την μέρα του Αγίου Βαλεντίνου. 

I am a blood-thirsty killer! I weally weally am!



Μην έχασα όμως το νόημα και ο δημιουργός ήθελε να περάσει άλλα μηνύματα; Nope. Ούτε κοινωνική καταγγελία είναι, ούτε καταγγελία για τον τρόπο που συμπεριφερόμαστε στα άτομα της τρίτης ηλικίας, ούτε μήνυμα για την φτώχεια και τα ναρκωτικά, ούτε καταγγελία για την μοναξιά, ούτε για την αδιαφορία της κοινωνίας για τους νέους, ούτε για  τις συνθήκες που οδηγούν κάποιους στη παρανομία. Η ταινία ακουμπά σ’ όλα αυτά τα θέματα καθαρά επιφανειακά και δεν μπαίνει στην ουσία. Αρα, τι την κάνει κακή ταινία; 
Το “Harry Brown” δεν δίδει αυτά που υπόσχεται. Είναι λίγο απ’ όλα και λόγω αυτού τίποτα. Είναι ένα revenge movie με μη πειστικό πρωταγωνιστή και μια ταινία καταγγελία που δεν αποφασίζει τι θα ήθελε να καταγγείλει. Σκεφτείτε λίγο: Μια ταινία επιστημονικής φαντασίας δεν θα αρέσει σ’ ένα λάτρη του ευρωπαϊκού κινηματογράφου. Θα ενθουσιαστεί όμως μ’ αυτή ένας fan του “Star Wars” ή του “Star Trek”. Το ίδιο ισχύει βεβαίως και αντίθετα. Η κάθε ταινία έχει το κοινό της και το κόλπο της επιτυχίας είναι να δώσεις στο κοινό σου αυτό που θέλει. Κατ’ επέκταση, αποτυχία να δώσεις αυτό που υπόσχεσαι ισοδυναμεί με συνήθως κακή ταινία.  Η ικανότητα του δημιουργού να αντιλαμβάνεται τι απαιτεί το κοινό του είναι ο λόγος της που κάποιες ταινίες πετυχαίνουν ενώ άλλες πάνε άπατες. Ο τύπος που θα κάτσει να δει το “The Expendables” δεν  ψάχνει για πραγματείες πάνω στη μοναξιά και την αστική απομόνωση. Θέλει ατάκες, εκρήξεις, καφρίλα, ψευτονταήδες, εύπεπτη πλοκή και χάρτινους κακούς. Στοιχεία που δεν ψάχνεί βεβαίως κάποιος σε μια ρομαντική κωμωδία. Εκεί θέλει μια ρομαντζάδα, happy end και εκκεντρικούς δεύτερους ρόλους. Μια ρομαντική κωμωδία με πυροβολισμούς και νταηλίκια ούτε ο Αστον δεν την σώζει (και θυμάστε τι συμφωνία έκανε) ενώ μια ταινία δράσης με ρομάντζο, γλύκες, αγκαλίτσες και φιλιά θα την δει μόνο o macho boyfriend του Elton John. Θέλετε παράδειγμα ρομαντικής κωμωδίας gone wrong; Το “Knight and Day” με τον Tom Cruise. Οσοι είχατε την ατυχή έμπνευση να το δείτε, δεν νομίζω να μην σας πέρασε από το μυαλό η ιδέα να βγάλετε τα μάτια σας. Παραδείγματα μπορώ να σκεφτώ πολλά αλλά νομίζω καταλάβατε που θέλω να το πάω
Κλείνοντας, επιτέλους, να πω απλά ότι αυτή είναι η δική μου άποψη. Αντιλαμβάνομαι ότι ακόμα και οι ταινίες που ανέφερα ως παραδείγματα μπορεί να έχουν το κοινό τους (εδώ κόσμος πληρώνει να δει το “Jackass”) αλλά σε γενικές γραμμές νομίζω μπορούμε να συμφωνήσουμε. Αν έχεις αντίθετη άποψη, the comment section is yours για να το συζητήσουμε. Για τους υπόλοιπους, χάρηκα που τα είπαμε, ελπίζω να μην σας κούρασα και στο επαναblogging.
Next week preview : Μην χάσετε την επόμενη εβδομάδα, τις 11+1 καλύτερες σκηνές και ατάκες που ειπωθηκαν στην ιστορία του σινεμά! 


Final comment: Οσοι εξ υμών σταματήσατε προσωρινά να διαβάζετε το blog για να ακούσετε το "Enter the Sandman", σας χαιρετώ με σεβασμό :)

2 σχόλια:

  1. Κωνσταντίνε μου μια καλή ταινία είναι η ταινία που καταφέρνεις να δεις από την αρχή μέχρι το τέλος με αμείωτο ενδιαφέρον και ενώ έχεις κατουρηθεί παραμένεις στη θέση σου γιατί δεν θέλεις να χάσεις σκηνή.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Χμμμμμ.... Σηκώνει συζήτηση νομίζω! Αν δεν είσαι fan του Resident Evil δεν πρόκειται να κάτσεις δύο ώρες να βλέπεις την Μίλα Γιόβοβιτς να ρίχνει βυζοσκάμπυλα σε ορδές από ζόμπι. Στο τέταρτο θα την έχεις κάνει. Αν σου αρέσουν όμως αυτές οι ταινίες τότε δεν σε κουνά από τη θέση σου ούτε το κάλεσμα της Φύσης, ούτε εάν οι προαναφερόμενες ορδές βρίσκονται από πίσω σου. Χωρίς τα βυζοσκάμπυλα.

    Το τι μας αρέσει σε μια ταινία είναι καθαρά υποκειμενικό νομίζω. Εγώ προσπάθησα να εντοπίσω ένα γενικό κανόνα :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή